Πρόκειται ίσως για το πιο συχνό πρόβλημα μεταξύ των ανθρώπων με προβλήματα στη «μέση». Σίγουρα πάντως, δεν μπορεί να απουσιάζει από τη διαγνωστική διερεύνηση ενός ανθρώπου ο οποίος προσέρχεται σε ένα ιατρείο αναφέροντας κάτι από τα παρακάτω:

«Πονάει η μέση μου…»

«Πονάει η μέση και το πόδι μου…»

«Μουδιάζει το πόδι μου, δεν μπορώ να το κουνήσω…»

«Ελαττώθηκε η απόσταση που περπατάω…»

Τις περισσότερες φορές, όταν διαγνωστεί μια δισκοκήλη στη «μέση», η αντιμετώπιση είναι συντηρητική. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σε μεγάλο ποσοστό τα χαρακτηριστικά της δισκοκήλης (μέγεθος, θέση, σχέση με τα παρακείμενα νεύρα κλπ) επιτρέπουν την αντιμετώπισή της με μη χειρουργικές μεθόδους. Στις περιπτώσεις αυτές, αναμένεται βελτίωση των συμπτωμάτων μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα από την έναρξη της θεραπείας.

Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί και να γίνει κατανοητό ότι όσο λάθος είναι το να χειρουργηθεί μια δισκοκήλη που δε χρειάζεται χειρουργική επέμβαση, άλλο τόσο λάθος είναι και το να μη χειρουργηθεί μια δισκοκήλη η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί χειρουργικά!

Για να καταλήξουμε με ασφάλεια στην καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση ενός ασθενούς με πρόβλημα στη σπονδυλική στήλη, χρειαζόμαστε 2 πράγματα:

  • Κλινική εικόνα (τι αισθάνεται ο ασθενής, τι βρίσκει ο ιατρός)
  • Απεικόνιση ή/και άλλες εξετάσεις (π.χ. νευροφυσιολογικός έλεγχος) που αναδεικνύουν το πρόβλημα

Είναι απαραίτητο, τα δύο παραπάνω να «δένουν» ικανοποιητικά. Πρέπει ο ιατρός να συσχετίσει απόλυτα και όχι «στο περίπου» αυτό που έχει διαταράξει την καθημερινότητα του ασθενούς, με αυτό που αναδεικνύουν οι εξετάσεις στις οποίες έχει υποβληθεί. Όταν αυτό γίνει με το σωστό τρόπο κατά την εξέταση του ασθενούς, τότε οι πιθανότητες αποκατάστασής του, με απελευθέρωση τόσο από τον πόνο, όσο και από τα υπόλοιπα συμπτώματα μετά την επέμβαση, είναι εξαιρετικά υψηλές.

Εξετάσεις που συνήθως απαιτούνται

Αν και μια ακτινογραφία ή μια αξονική τομογραφία της οσφυικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης μπορεί να βοηθήσουν σημαντικά στη διάγνωση, η μαγνητική τομογραφία είναι η εξέταση που συνήθως θα ξεκαθαρίσει τα πράγματα. Θα μας δείξει με μεγάλη ακρίβεια την κατάσταση των μεσοσπονδύλιων δίσκων και των νεύρων, καθώς και των σπονδύλων (αν και δεν είναι η πιο κατάλληλη εξέταση για τη μελέτη των οστών).

Επίσης, ο νευροφυσιολογικός έλεγχος (ηλεκτρομυογράφημα, μελέτες αγωγιμότητας κλπ) είναι πολλές φορές σημαντικό βοήθημα στη διαγνωστική διαδικασία.